ΓΕΝΙΚΑ
Στα καναρίνια υπάρχουν τρείς τύποι φτερών, τα μαλακά ή μη έντονα ή frosted ή non intensive, τα σκληρά ή έντονα ή non frosted ή intensive και τα μωσαϊκά.Έντονο και μη έντονο πτέρωμα συναντάμε σε όλα τα καναρίνια, είτε αυτά ανήκουν στις λιποχρωμικές κατηγορίες είτε στις μελανινικές.
Με εξαίρεση τα μωσαϊκά, τα μαλακού πτερώματος πουλιά (μη έντονα), εξ αιτίας του άβαφου άκρου του πτερώματός των παρουσιάζουν εκεί μια λευκή θαμπάδα στον χρωματισμό τους, δίνοντας την εντύπωση ότι το πτέρωμά τους καλύπτεται από ένα πέπλο πάχνης. Αντίθετα, τα σκληρού πτερώματος πουλιά (έντονα), λόγω της απουσίας της θαμπάδας αυτής και καθώς ο λιπόχρωμος χρωματισμός όλων των πτερών των εκτείνεται μέχρι το τελευταίο άκρο τους παρουσιάζουν τον χρωματισμό τους σε όλο του το μεγαλείο αναδεικνύοντας συνολικά ένα έντονα βαθύ χρώμα.
Η θαμπάδα αυτή του μη έντονου πτερώματος είναι καθαρά εμφανής στα κίτρινου και ειδικά στα κόκκινου χρώματος λιποχρωμικά πουλιά, ενώ στα μελανινικά ή τα varigated η λευκή αυτή θαμπάδα παίρνει την απόχρωση του γκρι. Στα δε λευκά πουλιά, χρειάζεται μια μεγαλύτερη εμπειρία αναγνώρισης του είδους του πτερώματός των, καθώς η θαμπάδα αυτή δεν υπάρχει και το πτέρωμά τους πλέον δεν προσδιορίζεται σαν έντονο ή μη έντονο αλλά σαν μακρύ, κοντό, φαρδύ, στενό. Το ίδιο συμβαίνει και στα μωσαϊκά στα οποία δεν υπάρχουν οι όροι έντονο και μη έντονο.
Στα καναρίνια υπάρχουν τρείς τύποι φτερών, τα μαλακά ή μη έντονα ή frosted ή non intensive, τα σκληρά ή έντονα ή non frosted ή intensive και τα μωσαϊκά.Έντονο και μη έντονο πτέρωμα συναντάμε σε όλα τα καναρίνια, είτε αυτά ανήκουν στις λιποχρωμικές κατηγορίες είτε στις μελανινικές.
Με εξαίρεση τα μωσαϊκά, τα μαλακού πτερώματος πουλιά (μη έντονα), εξ αιτίας του άβαφου άκρου του πτερώματός των παρουσιάζουν εκεί μια λευκή θαμπάδα στον χρωματισμό τους, δίνοντας την εντύπωση ότι το πτέρωμά τους καλύπτεται από ένα πέπλο πάχνης. Αντίθετα, τα σκληρού πτερώματος πουλιά (έντονα), λόγω της απουσίας της θαμπάδας αυτής και καθώς ο λιπόχρωμος χρωματισμός όλων των πτερών των εκτείνεται μέχρι το τελευταίο άκρο τους παρουσιάζουν τον χρωματισμό τους σε όλο του το μεγαλείο αναδεικνύοντας συνολικά ένα έντονα βαθύ χρώμα.
Η θαμπάδα αυτή του μη έντονου πτερώματος είναι καθαρά εμφανής στα κίτρινου και ειδικά στα κόκκινου χρώματος λιποχρωμικά πουλιά, ενώ στα μελανινικά ή τα varigated η λευκή αυτή θαμπάδα παίρνει την απόχρωση του γκρι. Στα δε λευκά πουλιά, χρειάζεται μια μεγαλύτερη εμπειρία αναγνώρισης του είδους του πτερώματός των, καθώς η θαμπάδα αυτή δεν υπάρχει και το πτέρωμά τους πλέον δεν προσδιορίζεται σαν έντονο ή μη έντονο αλλά σαν μακρύ, κοντό, φαρδύ, στενό. Το ίδιο συμβαίνει και στα μωσαϊκά στα οποία δεν υπάρχουν οι όροι έντονο και μη έντονο.
ΤΟ ΠΤΕΡΩΜΑ ΚΑΙ Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ
Στις συζητήσεις των εκτροφέων πολλές φορές αρκετός λόγος γίνεται για τα έντονα και τα μη έντονα πουλιά όπου εμπλέκονται αρκετοί όροι. Έτσι λοιπόν καλό θα ήταν να διευκρινιστούν ορισμένα πράγματα, για αυτούς που αισθάνονται λίγο μπερδεμένοι.Συνήθως το ζευγάρωμα μεταξύ ενός έντονου καναρινιού με ένα μη έντονο αναφέρεται ως το ιδανικό ενώ το ζευγάρωμα ενός μη έντονου με ένα μη έντονο αποφεύγεται.
Κλασσικά όταν ζευγαρώσουν δυο πουλιά μη έντονα, όλοι οι νεοσσοί που θα παραχθούν είναι γνωστό ότι θα είναι μη έντονοι. Όταν ζευγαρώσουν δυο πουλιά έντονα οι νεοσσοί που θα προκύψουν θα είναι όπως γνωρίζομε έντονοι, κάποιες φορές όμως τα αποτελέσματα των νεοσσών που θα μας δώσει το ζευγάρωμα αυτό, σε σχέση με το πτέρωμά τους, θα είναι διαφορετικά.
Αν προσέχουμε, παρατηρούμε και καταγράφουμε τα ζευγαρώματα και τα αποτελέσματά τους, θα μπορέσουμε να εντοπίσουμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου κάποια νεαρά πουλιά προερχόμενα από ένα τέτοιο ζευγάρωμα (έντονο με έντονο) θα έχουν μια πάρα πολύ αμυδρή θόλωση. Η περίπτωση αυτή είναι σημαντική και χρήζει της προσοχής, όχι μόνον των εκτροφέων καναρινιών χρώματος αλλά και αυτών του τύπου, καθώς τέτοια πουλιά συμβάλλουν στην βελτίωση της ποιότητας του πτερώματος των νεοσσών και στην παραγωγή αξιόλογων δειγμάτων.
Mε την γέννηση ενός τέτοιου νεοσσού σημαίνει ότι οι γονείς του, ενώ έχουν έντονο (και οπωσδήποτε μαλακό) πτέρωμα είναι σίγουρα ή ο ένας ή και οι δυο φορείς του μη έντονου παράγοντα, καθώς όπως προελέχθει στο ζεύγος των χρωμοσωμάτων της περίπτωσης αυτής το μεταλλαγμένο χρωμόσωμα του έντονου επικρατεί επι αυτού του μη έντονου.
Αυτό θα γίνει περισσότερο κατανοητό εάν διαβαστεί ο πίνακας ζευγαρώματος ενός έντονου με ένα έντονο που είναι φορέας του μη έντονου, ο οποίος βρίσκεται παρακάτω.
Τα πουλιά αυτά είναι πάρα πολύ χρήσιμα καθώς, πουλιά που κατέχουν (στο ζεύγος των χρωμοσωμάτων τους) μόνον έναν παράγοντα έντονου είναι πουλιά αιματολογικά γερά, έχουν ανθεκτικότητα και επίσης έχουν καλή υφή στο πτέρωμά τους.
Αυτός είναι ο λόγος που αρκετές φορές αναφέρεται ότι, το ζευγάρωμα ενός έντονου με έντονο ενώ θα πρέπει να το αποφεύγουμε μπορεί και να γίνει.
Προσοχή λοιπόν, να καταλάβετε καλά αυτόν τον μηχανισμό (όσον αφορά το πτέρωμα) και τότε αυτομάτως, θα είστε έτοιμοι να ζευγαρώσετε πουλιά με προγραμματισμό, δεν θα αγοράζετε άσκοπα πουλιά που πιθανόν να είναι ακατάλληλα για την περίπτωσή σας και δεν θα σας φεύγουν πουλιά που έχετε στην κατοχή σας, μη γνωρίζοντας ότι σας είναι χρήσιμα ακόμη και πολύτιμα.
Το σημαντικότερο δε είναι ότι θα μπορείτε να προγραμματίσετε τα ανάλογα ζευγαρώματα, διότι σε μια σοβαρή εκτροφή κανένα ζευγάρωμα δεν πρέπει να γίνεται στην τύχη εκτός από τα δοκιμαστικά η πειραματικά.
Στις συζητήσεις των εκτροφέων πολλές φορές αρκετός λόγος γίνεται για τα έντονα και τα μη έντονα πουλιά όπου εμπλέκονται αρκετοί όροι. Έτσι λοιπόν καλό θα ήταν να διευκρινιστούν ορισμένα πράγματα, για αυτούς που αισθάνονται λίγο μπερδεμένοι.Συνήθως το ζευγάρωμα μεταξύ ενός έντονου καναρινιού με ένα μη έντονο αναφέρεται ως το ιδανικό ενώ το ζευγάρωμα ενός μη έντονου με ένα μη έντονο αποφεύγεται.
Κλασσικά όταν ζευγαρώσουν δυο πουλιά μη έντονα, όλοι οι νεοσσοί που θα παραχθούν είναι γνωστό ότι θα είναι μη έντονοι. Όταν ζευγαρώσουν δυο πουλιά έντονα οι νεοσσοί που θα προκύψουν θα είναι όπως γνωρίζομε έντονοι, κάποιες φορές όμως τα αποτελέσματα των νεοσσών που θα μας δώσει το ζευγάρωμα αυτό, σε σχέση με το πτέρωμά τους, θα είναι διαφορετικά.
Αν προσέχουμε, παρατηρούμε και καταγράφουμε τα ζευγαρώματα και τα αποτελέσματά τους, θα μπορέσουμε να εντοπίσουμε ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου κάποια νεαρά πουλιά προερχόμενα από ένα τέτοιο ζευγάρωμα (έντονο με έντονο) θα έχουν μια πάρα πολύ αμυδρή θόλωση. Η περίπτωση αυτή είναι σημαντική και χρήζει της προσοχής, όχι μόνον των εκτροφέων καναρινιών χρώματος αλλά και αυτών του τύπου, καθώς τέτοια πουλιά συμβάλλουν στην βελτίωση της ποιότητας του πτερώματος των νεοσσών και στην παραγωγή αξιόλογων δειγμάτων.
Mε την γέννηση ενός τέτοιου νεοσσού σημαίνει ότι οι γονείς του, ενώ έχουν έντονο (και οπωσδήποτε μαλακό) πτέρωμα είναι σίγουρα ή ο ένας ή και οι δυο φορείς του μη έντονου παράγοντα, καθώς όπως προελέχθει στο ζεύγος των χρωμοσωμάτων της περίπτωσης αυτής το μεταλλαγμένο χρωμόσωμα του έντονου επικρατεί επι αυτού του μη έντονου.
Αυτό θα γίνει περισσότερο κατανοητό εάν διαβαστεί ο πίνακας ζευγαρώματος ενός έντονου με ένα έντονο που είναι φορέας του μη έντονου, ο οποίος βρίσκεται παρακάτω.
Τα πουλιά αυτά είναι πάρα πολύ χρήσιμα καθώς, πουλιά που κατέχουν (στο ζεύγος των χρωμοσωμάτων τους) μόνον έναν παράγοντα έντονου είναι πουλιά αιματολογικά γερά, έχουν ανθεκτικότητα και επίσης έχουν καλή υφή στο πτέρωμά τους.
Αυτός είναι ο λόγος που αρκετές φορές αναφέρεται ότι, το ζευγάρωμα ενός έντονου με έντονο ενώ θα πρέπει να το αποφεύγουμε μπορεί και να γίνει.
Προσοχή λοιπόν, να καταλάβετε καλά αυτόν τον μηχανισμό (όσον αφορά το πτέρωμα) και τότε αυτομάτως, θα είστε έτοιμοι να ζευγαρώσετε πουλιά με προγραμματισμό, δεν θα αγοράζετε άσκοπα πουλιά που πιθανόν να είναι ακατάλληλα για την περίπτωσή σας και δεν θα σας φεύγουν πουλιά που έχετε στην κατοχή σας, μη γνωρίζοντας ότι σας είναι χρήσιμα ακόμη και πολύτιμα.
Το σημαντικότερο δε είναι ότι θα μπορείτε να προγραμματίσετε τα ανάλογα ζευγαρώματα, διότι σε μια σοβαρή εκτροφή κανένα ζευγάρωμα δεν πρέπει να γίνεται στην τύχη εκτός από τα δοκιμαστικά η πειραματικά.
Η ΓΕΝΕΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΤΕΡΩΜΑΤΟΣ
Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΗ ΕΝΤΟΝΟΥ ΠΤΕΡΩΜΑΤΟΣ
Το Μη έντονο πτέρωμα είναι το αρχικό-αμετάλλακτο πτέρωμα του άγριου καναρινιού. Επομένως η κατηγορία αυτή είναι η αρχέγονη κατηγορία του πτερώματος από την οποία αργότερα προήλθαν οι δύο γνωστές μεταλλαγμένες κατηγορίες του έντονου και του μωσαϊκού.
Στην κατηγορία αυτή το χρώμα του λιπόχρωμου δεν εκτείνεται μέχρι το τελευταίο άκρο του πτερού, αφήνοντας το σημείο εκείνο (έξω άκρο) λευκό. Με τον τρόπο αυτό και καθώς στο σώμα ενός καναρινιού, τα πτερά και τα πούπουλα υπάρχουν σε στρώσεις που είναι όμοιες με αυτές των κεραμιδιών μιας σκεπής, το οπτικό αποτέλεσμα είναι το σώμα του καναρινιού φαίνεται χιονέ. Εύκολο βέβαια είναι να αντιληφθεί κανείς ότι, όσο μεγαλύτερη είναι η λευκή περιοχή του άνω άκρου του πτερού τόσο πιο πολύ χιονέ θα δείχνει το πτέρωμα ενός καναρινιού.
Η κατηγορία Μη Έντονο είναι υποχωρητική, έναντι του Έντονου και του Μωσαϊκού.
ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΕΥΓΑΡΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΗ ΕΝΤΟΝΟ ΦΤΕΡΩΜΑ
Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΗ ΕΝΤΟΝΟΥ ΠΤΕΡΩΜΑΤΟΣ
Το Μη έντονο πτέρωμα είναι το αρχικό-αμετάλλακτο πτέρωμα του άγριου καναρινιού. Επομένως η κατηγορία αυτή είναι η αρχέγονη κατηγορία του πτερώματος από την οποία αργότερα προήλθαν οι δύο γνωστές μεταλλαγμένες κατηγορίες του έντονου και του μωσαϊκού.
Στην κατηγορία αυτή το χρώμα του λιπόχρωμου δεν εκτείνεται μέχρι το τελευταίο άκρο του πτερού, αφήνοντας το σημείο εκείνο (έξω άκρο) λευκό. Με τον τρόπο αυτό και καθώς στο σώμα ενός καναρινιού, τα πτερά και τα πούπουλα υπάρχουν σε στρώσεις που είναι όμοιες με αυτές των κεραμιδιών μιας σκεπής, το οπτικό αποτέλεσμα είναι το σώμα του καναρινιού φαίνεται χιονέ. Εύκολο βέβαια είναι να αντιληφθεί κανείς ότι, όσο μεγαλύτερη είναι η λευκή περιοχή του άνω άκρου του πτερού τόσο πιο πολύ χιονέ θα δείχνει το πτέρωμα ενός καναρινιού.
Η κατηγορία Μη Έντονο είναι υποχωρητική, έναντι του Έντονου και του Μωσαϊκού.
ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΕΥΓΑΡΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΗ ΕΝΤΟΝΟ ΦΤΕΡΩΜΑ
Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΝΤΟΝΟΥ ΠΤΕΡΩΜΑΤΟΣ
Η κατηγορία του έντονου φτερώματος είναι μια μετάλλαξη του αρχικού ή αρχέγονου αμετάλλακτου μη έντονου. Σε αυτή την κατηγορία η χρωστική εκτείνεται μέχρι το τελευταίο άκρο των φτερών εξαφανίζοντας έτσι την θολότητα η δε δομή των γίνεται πιο πυκνή και τα γένια τους πιο κοντά. Αποτέλεσμα αυτού του συμβάντος είναι το χρώμα του λιπόχρωμου να γίνεται πιο έντονο και πιο βαθύ.
Η μετάλλαξη μειώνει επίσης και την δομή του σκελετού του καναρινιού, με αποτέλεσμα σε συνδυασμό πάντα και με το στενό πτέρωμα αυτό να είναι από την άποψη του μεγέθους, συνήθως πιο μικρόσωμο.
Εδώ παρατηρείται σε πολλά δείγματα ο σεξουαλικός διμορφισμός, με τα αρσενικά να αναδεικνύονται τις περισσότερες φορές σε καλά δείγματα, έχοντας περισσότερο βάθος χρώματος από τα θηλυκά. Ακόμη ένα στοιχείο που αναδεικνύει τον διμορφισμό αυτόν είναι η θολότητα, η οποία είναι πολλές φορές υπαρκτή σε θηλυκά δείγματα, ενώ στα αρσενικά η ύπαρξή της είναι πιο σπάνια, εκτός ορισμένων περιπτώσεων βέβαια οι οποίες εμπίπτουν σε συγκεκριμένους κανόνες της γενετικής.
Η μετάλλαξη του έντονου είναι επικρατούσα έναντι των υπολοίπων. Για τον λόγο αυτόν υπάρχουν δύο τύποι του Έντονου, το ομοζυγωτό έντονο και το ετεροζυγωτό έντονο. Όπως γίνεται αντιληπτό από την δεύτερη περίπτωση, το Ετεροζυγωτό Έντονο μπορεί να είναι φορέας είτε του Μη Έντονου είτε του Μωσαϊκού.
Έτσι υπάρχουν τρείς γενετικοί τύποι του Έντονου :
1. Το ομοζυγωτό
2. Το Ετεροζυγωτό φορέα του Μη Έντονου
3. Το Ετεροζυγωτό φορέα του μωσαϊκού
Η κατηγορία του έντονου φτερώματος είναι μια μετάλλαξη του αρχικού ή αρχέγονου αμετάλλακτου μη έντονου. Σε αυτή την κατηγορία η χρωστική εκτείνεται μέχρι το τελευταίο άκρο των φτερών εξαφανίζοντας έτσι την θολότητα η δε δομή των γίνεται πιο πυκνή και τα γένια τους πιο κοντά. Αποτέλεσμα αυτού του συμβάντος είναι το χρώμα του λιπόχρωμου να γίνεται πιο έντονο και πιο βαθύ.
Η μετάλλαξη μειώνει επίσης και την δομή του σκελετού του καναρινιού, με αποτέλεσμα σε συνδυασμό πάντα και με το στενό πτέρωμα αυτό να είναι από την άποψη του μεγέθους, συνήθως πιο μικρόσωμο.
Εδώ παρατηρείται σε πολλά δείγματα ο σεξουαλικός διμορφισμός, με τα αρσενικά να αναδεικνύονται τις περισσότερες φορές σε καλά δείγματα, έχοντας περισσότερο βάθος χρώματος από τα θηλυκά. Ακόμη ένα στοιχείο που αναδεικνύει τον διμορφισμό αυτόν είναι η θολότητα, η οποία είναι πολλές φορές υπαρκτή σε θηλυκά δείγματα, ενώ στα αρσενικά η ύπαρξή της είναι πιο σπάνια, εκτός ορισμένων περιπτώσεων βέβαια οι οποίες εμπίπτουν σε συγκεκριμένους κανόνες της γενετικής.
Η μετάλλαξη του έντονου είναι επικρατούσα έναντι των υπολοίπων. Για τον λόγο αυτόν υπάρχουν δύο τύποι του Έντονου, το ομοζυγωτό έντονο και το ετεροζυγωτό έντονο. Όπως γίνεται αντιληπτό από την δεύτερη περίπτωση, το Ετεροζυγωτό Έντονο μπορεί να είναι φορέας είτε του Μη Έντονου είτε του Μωσαϊκού.
Έτσι υπάρχουν τρείς γενετικοί τύποι του Έντονου :
1. Το ομοζυγωτό
2. Το Ετεροζυγωτό φορέα του Μη Έντονου
3. Το Ετεροζυγωτό φορέα του μωσαϊκού
ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΕΥΓΑΡΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΤΟΝΟ ΦΤΕΡΩΜΑ
Η ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΩΣΑΪΚΟΥ ΦΤΕΡΩΜΑΤΟΣ
Η κατηγορία του Μωσαϊκού εισήχθη από το Σίκιν και προέρχεται από την μετάλλαξη του Μη Έντονου φτερώματος.
Η δομή του φτερώματος σε αυτή την μετάλλαξη είναι ανάλογη με αυτή του Μη Έντονου απλά το Μωσαϊκό φτέρωμα είναι κλασσικά πιο φαρδύ και πιο μακρύ από το Μη Έντονο .
Το λιπόχρωμο κόκκινο ή κίτρινο περιορίζεται σε συγκεκριμένα σημεία τα οποία είναι διαφορετικά στα αρσενικά και διαφορετικά στα θηλυκά. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται σεξουαλικός διμορφισμός.
Η μετάλλαξη του μωσαϊκού είναι υποχωρητική, έναντι του Έντονου φτερώματος, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούμε να συναντήσουμε ένα Έντονο καναρίνι που να είναι φορέας του μωσαϊκού. Επίσης είναι ημιτελής επικρατούσα μετάλλαξη, έναντι του αρχέγονου Μη Έντονου φτερώματος.
Παρόλο που μπορούν να γίνουν, όπως γίνεται αντιληπτό, ζευγαρώματα Μωσαϊκών καναρινιών με διαφορετικούς τύπους φτερωμάτων, το ιδανικό ζευγάρωμα είναι το Μωσαϊκό με Μωσαϊκό φτέρωμα.
ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΕΥΓΑΡΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΩΣΑΪΚΟ ΦΤΕΡΩΜΑ
Η κατηγορία του Μωσαϊκού εισήχθη από το Σίκιν και προέρχεται από την μετάλλαξη του Μη Έντονου φτερώματος.
Η δομή του φτερώματος σε αυτή την μετάλλαξη είναι ανάλογη με αυτή του Μη Έντονου απλά το Μωσαϊκό φτέρωμα είναι κλασσικά πιο φαρδύ και πιο μακρύ από το Μη Έντονο .
Το λιπόχρωμο κόκκινο ή κίτρινο περιορίζεται σε συγκεκριμένα σημεία τα οποία είναι διαφορετικά στα αρσενικά και διαφορετικά στα θηλυκά. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται σεξουαλικός διμορφισμός.
Η μετάλλαξη του μωσαϊκού είναι υποχωρητική, έναντι του Έντονου φτερώματος, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούμε να συναντήσουμε ένα Έντονο καναρίνι που να είναι φορέας του μωσαϊκού. Επίσης είναι ημιτελής επικρατούσα μετάλλαξη, έναντι του αρχέγονου Μη Έντονου φτερώματος.
Παρόλο που μπορούν να γίνουν, όπως γίνεται αντιληπτό, ζευγαρώματα Μωσαϊκών καναρινιών με διαφορετικούς τύπους φτερωμάτων, το ιδανικό ζευγάρωμα είναι το Μωσαϊκό με Μωσαϊκό φτέρωμα.
ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΕΥΓΑΡΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΩΣΑΪΚΟ ΦΤΕΡΩΜΑ
Παρακάτω παραθέτω μερικές φωτογραφίες απο τα ζευγαρώματα που έκανα στο παρελθόν με σκοπό την σπουδή και τις παρατηρήσεις λίγο πριν σταματήσω την εκτροφή των κόκκινων λιποχρωμικών μωσαϊκών.
Εικόνα 1
Το καναρίνι αυτό προέρχεται απο ζευγάρωμα Μωσαϊκού Χ Κόκκινου Έντονου ετεροζυγωτού φορέα του μη έντονου.
Το καναρίνι αυτό προέρχεται απο ζευγάρωμα Μωσαϊκού Χ Κόκκινου Έντονου ετεροζυγωτού φορέα του μη έντονου.
Εικόνα 2
Το καναρίνι αυτό είναι καθαρό κόκκινο μωσαϊκό οχι καλής ποιότητας ως προς τα μωσαίκά σημεία και το λιπόχρωμο, προέρχεται δε απο το ζευγάρωμα Μωσαϊκού Χ Κόκκινου Έντονου ετεροζυγωτού φορέα του μωσαϊκού.
Το καναρίνι αυτό είναι καθαρό κόκκινο μωσαϊκό οχι καλής ποιότητας ως προς τα μωσαίκά σημεία και το λιπόχρωμο, προέρχεται δε απο το ζευγάρωμα Μωσαϊκού Χ Κόκκινου Έντονου ετεροζυγωτού φορέα του μωσαϊκού.
Εικόνα 3
Εδω είναι το ίδιο καναρίνι της εικόνας 2, αξιοσημείωτο είναι το λιπόχρωμο του κόκκυγα το οποίο έχει μεγάλη έκταση (άπλωμα) λόγω του ενός γονέα του ο οποίος ήταν έντονο κόκκινο, αλλά όμως έχει κάνει την εμφάνισή του το χιονέ σε έντονη μορφή, φαινόμενο που παρατηρήθηκε και στα υπόλοιπα τέσσερα αδέρφια του απο την ίδια φωληά.
Στα αποτελέσματα παρατηρήθηκε μεν άυξηση της μάσκας (χρησιμοποιήθηκε σκοπίμως αρσενικό μωσαϊκο με μικρή μάσκα και με μικρής έκτασης λιπόχρωμο στον κόκκυγα) αλλά δεν ήταν η αναμενόμενη, ενώ η αύξηση του λιπόχρωμου στον κόκκυγα ήταν πέρα απο κάθε φαντασία !!!
Η έντονη εμφάνιση του χιονέ στο λιπόχρωμο του κόκκυγα οφείλεται στον κόκκινο έντονο φορέα του μωσαϊκού γονέα ο οποίος είχε λίγο παραπάνω του επιθυμητού χιονέ αλλά δεν υπήρχε άλλος διαθέσιμος. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν περίμενα τόσο μεγάλη εμφάνιση του χιονέ. Αυτό σημαίνει οτι το χιονέ έχει έντονη επίδραση στους απογόνους και πολλαπλάσια ένταση.
Εδω είναι το ίδιο καναρίνι της εικόνας 2, αξιοσημείωτο είναι το λιπόχρωμο του κόκκυγα το οποίο έχει μεγάλη έκταση (άπλωμα) λόγω του ενός γονέα του ο οποίος ήταν έντονο κόκκινο, αλλά όμως έχει κάνει την εμφάνισή του το χιονέ σε έντονη μορφή, φαινόμενο που παρατηρήθηκε και στα υπόλοιπα τέσσερα αδέρφια του απο την ίδια φωληά.
Στα αποτελέσματα παρατηρήθηκε μεν άυξηση της μάσκας (χρησιμοποιήθηκε σκοπίμως αρσενικό μωσαϊκο με μικρή μάσκα και με μικρής έκτασης λιπόχρωμο στον κόκκυγα) αλλά δεν ήταν η αναμενόμενη, ενώ η αύξηση του λιπόχρωμου στον κόκκυγα ήταν πέρα απο κάθε φαντασία !!!
Η έντονη εμφάνιση του χιονέ στο λιπόχρωμο του κόκκυγα οφείλεται στον κόκκινο έντονο φορέα του μωσαϊκού γονέα ο οποίος είχε λίγο παραπάνω του επιθυμητού χιονέ αλλά δεν υπήρχε άλλος διαθέσιμος. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν περίμενα τόσο μεγάλη εμφάνιση του χιονέ. Αυτό σημαίνει οτι το χιονέ έχει έντονη επίδραση στους απογόνους και πολλαπλάσια ένταση.
Copyright © 2008 Ελληνικά καναρίνια χρώματος by Spiros. Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος